ψευδοαδιαβατικός

ψευδοαδιαβατικός
-ή, -ό, Ν
(μετεωρ.) (για θερμικές μεταβολές τού κορεσμένου σε υδρατμούς ατμοσφαιρικού αέρα) αυτός που δεν είναι καθαρώς αδιαβατικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. pseudoadiabatique (< ψευδ[ο]-* + αδιαβατικός)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”